31.12.10

Το Απουσιόλογιο του Χρόνου

Θωμάς Σίδερης "Το Απουσιολόγιο του χρόνου", εκδ. Μ. Γκιούρδας, σελ. 280, τιμή: 15 ευρώ

"Η οικοδομή και ο καταρτισμός του διδακτηρίου πρέπει να θεωρήται ως το ήμισυ της όλης επιχειρήσεως της συστάσεως σχολείου τινός. Διό απαιτείται μεγάλη επιμέλεια και πρόνοια όπως το οικοδόμημα ανεγερθή σύμφωνον προς τα αξιώματα της παιδαγωγικης και επαρκή ου μόνον εις τας παρούσας, αλλά και εις τας εν τω μέλλοντι".
Ο παιδαγωγός Σπυρίδωνας Μωραΐτης συντάσσει τη "Διδασκαλική ή Σύντομαι Οδηγίαι περί της χρήσεως της νέας μεθόδου διασκαλίας" στα 1880. Είναι το πρώτο ελληνικό σύγγραμμα για τη διδακτική στο οποίο περιλαμβάνονται και σαφείς αναφορές στο σχολικό κτίριο. Διαβάζοντας σήμερα αυτές τις αράδες, μια θλίψη αισθανόμαστε. Γιατί ο Μωραϊτης και στη συνέχεια ο Καλλίας, που με το περίφημο Διάταγμά του του 1894 ενισχύει τον κεντρικό σχεδιασμό των σχολικών κτιρίων και τον θέτει ως κεντρικό πυλώνα των κυβερνήσεων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, βάζουν τα θεμέλια σε μια υπόθεση που σήμερα πια έχει καταπλακωθεί από τα νεοελληνικά εκπαιδευτικά συντρίμμια, κάτω από μια αναποτελεσματική διδακτική πρακτική και από κτήρια - εκτρώματα στα οποία τα παιδιά μας, φευ, καλούνται να μετέχουν στη διαδικασία της γνώσης. Ακόμα και τότε που ο ελληνικός κρατικός μηχανισμός ήταν στα σπάργανα αλλά και για χρόνια μετά, εξαιρουμένων των περιόδων που ο τόπος ταλανιζόταν από πολεμικές, κατακτητικές, εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις, δικτατορικές ή δεξιές κυβερνήσεις, η διαδικασία της γνώσης συνταυτιζόταν με την αισθητική. Το αυτονόητο είχε νόημα και πρακτική εφαρμογή. Τα σχολεία έπρεπε να είναι επαρκή και όμορφα, να πληρούν τους εκπαιδευτικούς αλλά και τους κανόνες της υγιεινής, να δεσπόζουν στην κοινότητα, αλλά να διασυνδέονται άμεσα και πρακτικά μαζί της.

Είναι μια ιστορία παλιά αυτή. Γραμμένη απ' το ίδιο μελάνι με το οποίο γράφτηκε και η ιστορία του τόπου μας, αλλά ειδωμένη από μια διαφορετική οπτική. Ο Θωμάς Σιδέρης θέλησε να αφηγηθεί την περιπέτεια των σχολικών κτιρίων από τα πρώτα χρόνια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους και των προσπαθειών επιφανών ομογενών και κοινοτήτων σε περιοχές που ακόμα δεν είχαν ελευθερωθεί από την Οθωμανική κυριαρχία, μέχρι το τέλος της κυριαρχίας της πέτρας στην οικοδομική πρακτική και την επικυριαρχία του μπετόν. Ως εκ τούτου "Το Απουσιολόγιο του χρόνου" γίνεται ένα διαφορετικό ανάγνωσμα πολλαπλών αναγνώσεων και αφηγήσεων. Οι σελίδες του τρυπώνουν ανάμεσα στους αρμούς της πέτρας, σε καλοδιατηρημένα ή μισογκρεμισμένα σχολεία και ανασύρουν φωτισμένους ανθρώπους, γραμματιζούμενους ή μη που είχαν περι πολλού τη γνώση, ανασύρουν τους τρόπους τους με τους οποίους ικανοποίησαν την ανάγκη για τη μόρφωση των ελληνοπαίδων, ανασύρουν εμπνευσμένες προσπάθειες, κοινότητες, συλλογικότητες, ανασύρουν επίσης σκληρές ιστορίες αλλά και πολιτικές ανοησίες που σημάδεψαν εκπαιδευτική διαδικασία και κτίρια.
Το βιβλίο πιάνει το νήμα της αφήγησης από την αρχή. Κι επειδεί εμφιλοχωρεί σε διαφορετικές ιστορίες, πιάνει τα πράγματα με τη σειρά. Από τα θεμέλια σα να λέμε. Γιατί τον Σιδέρη τον ενδιαφέρουν και οι ιδέες και οι άνθρωποι. Από τους μαστόρους της πέτρας αρχίζει, τα πώς και τα γιατί της ζωής και της τέχνης τους αφηγείται. Οι τεχνικές τους και η γλώσσα τους, ο δικός τους κώδικας συνενόησης αλλά και τα εργαλεία της δουλειάς, οι καημοί των μαστορόπουλων και η ευφυία των μαστόρων, η δυσκολία μιας ζωής γεμάτης ταξίδια και το αποτύπωμα της πέτρας πάνω στην εκπαίδευσή μας. Πιάνει όμως το νήμα και από εκείνη την άλλη αρχή, από τις ελληνικές κοινότητες στα Βαλκάνια που αγωνιούσαν για τη διατήρηση και ενδυνάμωση του ελληνικού στοιχείου και της εθνικής επιβίωσης σε μια μειονοτική πραγματικότητα, τον ρόλο της εκκλησίας και τα παιχνίδια διπλωματίας στο πλαίσιο πολυενθικών κοινοτήτων που η καθεμιά επιδίωκε για τον εαυτό της εθνική επικυριαρχία. Αναφέρεται αναλυτικά στο παράδειγμα του Μοναστηρίου, τώρα πια ανήκει στην ΠΓΔΜ, την ελληνική εκπαιδευτική παρουσία σε συνδιασμό με την ελληνική περιπέτεια. Ναι, αυτή η τελευταία αφορά πολύ τον Σιδέρη και διατρέχει ως κεντρομόλος δύναμη την αφήγησή του. Έτσι, συναντούμε σχολεία πρότυπα εκπαιδευτικής διαδικασίας αλλά και σχολεία - τόπους μαρτυρίου, όπως τον χαρακτηριστικό παράδειγμα των Καλαβρύτων ή του Διστόμου. Συναντούμε τη συνάρτηση των πολιτικών δρώμενων με την κατάσταση στα σχολεία.
Επί Μεταξικής δικτατορίας τα ποσοστά των μαθητών που εγκαταλείπουν το σχολείο φτάνουν το 65%, τα χρόνια της γερμανικής κατοχής τα δημοτικά κλείνουν και τα σχολικά κτίρια γίνονται ναζιστικά διοικητήρια, τα μετεμφυλιακά και τα χρόνια της ΕΡΕ το συσσίτιο πάει κι αυτό σχολείο. Δευτέρα: μακαρόνια, μυζήθρα, λίπος, πελτές, άλας, άρτος. Τρίτη: φασόλια, λάδι, κρόμμυα, πελτές, άλας, άρτος, Τετάρτη: πλιγούρι, λίπος, πελτές, κρόμμυα, άλας, άρτος. Πέμπτη: βακαλάος, πατάτες, κρόμμυα. Παρασκευή: μακαρόνια χωρίς τυρί, λόγω νηστείας, και Σάββατο πάλι φασόλια με κρεμμύδι. Το άλας βέβαια ενός σχολείου είναι η αρχιτεκτονική του. Σ' αυτόν τον τομέα ο Σιδέρης επιμένει διαρκώς, διατρέχει τους τύπους των κτιρίων και τις μορφές που αυτά παίρνουν ανάλογα με τις πολιτικές συνθήκες και τις αρχιτεκτονικές επιταγές κάθε περιόδου.
Αξιοσημείωτο είναι το παράδοξο που σημειώθηκε από το 1898 ώς το 1911, κατά το οποίο "όλα τα διδακτήρια που ανεγέρθηκαν στην ελληνική επικράτεια έρχονταν σε άμεση αντίθεση με το υπόλοιπο οικιστικό περιβάλλον", με αποτέλεσμα ακόμα και τα πλέον "δυσπρόσιτα ορεινά χωριά να αποκτήσουν σχολεία, μικρά αντίγραφα του πανεπιστημίου Αθηνών". Παρακολουθεί τη λειτουργία των σχολείων και τις αυξομοιώσεις των μαθητών ανάλογα με τα μεταναστευτικά κύματα και σε συνάρτηση με τα κοινωνικά δρώμενα. Μας ξαναθυμίζει εκείνες τις αλήστου μνήμης εγκυκλίους του χουντικού καθεστώτος οι οποίες επιμένουν μετ' επιτάσεως ότι "ο μεγαλύτερος εχθρός του έθνους μας σήμερα είναι ο κομμουνισμός. Εχθρός άτιμος και ύπουλος". Και προβλέπουν κυρώσεις για μαθητές που τολμούν να πάνε σινεμά ή μαθήτριες που φορούν παντελόνια...
Η έρευνα του Θωμά Σιδέρη εκτείνεται σε όλες τις πτυχές που συνδέουν το σχολείο με την διαδρομή του τόπου. Κυρίως όμως απευθύνεται με αμεσότητα και χάρη στον αναγνώστη. Βλέπετε, ο τρόπος του συγγραφέα υπερβαίνει την απλή παράθεση στοιχείων και αριθμών. Αντιθέτως εγκιβωτίζει μυθοπλαστικές σκηνές στην αφήγησή του, ανασύροντας στην επιφάνεια μια δική του δημιουργική πτυχή, αυτή του μυθιστοριογράφου. Χαρακτηριστική η σκηνή του δάσκαλου Βασίλη Μπουρνάκη από το Άστρος Κυνουρίας, που πέθανε στην προσπάθειά του να φτιάξει τα κεραμίδια του σχολείου της Σίταινας για να μη βρέχονται οι μαθητές, ή εκείνη του άτυχου έρωτα του Κεμάλ Ατατούρκ με την Ελένη Κεριντέ, που γεννήθηκε κατά τον ανέμελο περίπατό τους στο shirok sokak (φαρδύ σοκάκι) του Μοναστηρίου. Είναι λοιπόν πολλές οι ιστορίες που μαζεύτηκαν σ' αυτό το βιβλίο. Με μπούσουλα το σχολικό κτήριο, με τις απουσίες και τις παρουσίες που κατέγραψε "Το απουσιολόγιο του χρόνου" σ' αυτή την περίφημη ελληνική περιπέτεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου